Tου Evpaty Kolovrat
Έχουν περάσει ακριβώς 80 χρόνια από την ημέρα που η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός βρέθηκε να είναι σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιταλία. Ο ελληνικός λαός κλήθηκε να πολεμήσει σε μια σύρραξη από την οποία δεν είχε να κερδίσει απολύτως τίποτα, παρά μόνο να χάσει. Σε μια σύρραξη που τον έσυρε η δοτή στους ιουδαιοσάξωνες βασιλομεταξική Χούντα. Αν και για να είμαστε ιστορικά ακριβείς η ιταλική πλευρά και το καθεστώς του Μουσολίνι με τους ηλίθιους ιμπεριαλισμούς και τα “Mare Νοstrum” φέρει βαρύτατες ευθύνες για την, επί της ουσίας, εμφύλια σύρραξη μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών.
Όλοι γνωρίζουμε ότι η χώρα μας μετά την κήρυξη του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου είχε δηλώσει ουδετερότητα. Όμως αντί να τηρήσει την ουδετερότητα, έκανε ότι μπορούσε για να διευκολύνει τους Βρετανούς στον πολεμικό τους αγώνα στην Μεσόγειο και στη Βόρεια Αφρική. Επίσης για καθαρά ιστορικούς λόγους πρέπει να υπενθυμίσουμε, ειδικά σε αυτούς που ενώ θεωρούν ότι είναι Εθνικοσοσιαλιστές ταυτόχρονα δηλώνουν και θαυμαστές της βασιλομεταξικης χούντας του καθεστώτος της Τετάρτης Αυγούστου, ότι ο υπουργός Δημόσιας Τάξης και μετέπειτα βουλευτής της καραμανλικής ΕΡΕ Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, ήταν φανατικός διώκτης των Ελλήνων Εθνικοσοσιαλιστών και Φασιστών ενώ είχε δηλώσει πριν ακόμα το ιταλικό τελεσίγραφο: «Όποιος Έλληνας είναι Εθνικοσοσιαλιστής ή Φασίστας είναι προδότης».
Ο ελληνικός λαός κλήθηκε να πολεμήσει και όπως γίνεται πάντοτε σε κρίσιμες για ένα έθνος στιγμές οι Έλληνες εργάτες της χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας έδωσαν το παρών και ήταν αυτοί που είχαν τους νεκρούς και τους ανάπηρους πολέμου. Και πολύ σωστά έπραξαν διότι αν κάποιος θέλει να μπει με το έτσι θέλω στο σπίτι σου δεν τον ρωτάς ποια είναι η πολιτική του ιδεολογία.
Μεταπολεμικά η 28η Οκτωβρίου καθιερώθηκε να γιορτάζεται σαν Εθνική εορτή. Όχι για να τιμήσει τους ήρωες και τους πεσόντες του αδελφοκτόνου έλληνο-ιταλικού πολέμου, αλλά για να δώσει δάφνες ήρωα σε αυτούς που, επί της ουσίας, έσυραν την πατρίδα σε μια άσκοπη πολεμική περιπέτεια: Στον Γεώργιο Β’, στο πιόνι των Βρετανών Ιωάννη Μεταξά και στον άκαπνο «στρατάρχη» Παπάγο. Αργότερα στην μεταπολίτευση για να ξεπλύνει την αριστερά και τα εγκλήματά της με το μύθο της «εθνικής» (δηλαδή ΕΑΜικής) αντίστασης. Τότε (μεταπολεμικά) ο καθεστωτικός μύθος των δεξιών μπουρζουάδων ήταν ότι «η εθνικόφρων Ελλάς πολέμησε τον Κόκκινο και τον Μαύρο Φασισμό».
Ξέχασαν όμως να μας πούνε ότι τα παιδιά της άρχουσας τάξης δεν πήγαν στον πόλεμο αλλά «υπηρέτησαν» την πατρίδα από τα σαλόνια του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» και από το καφέ ζαχαροπλαστείο «Ζοναρς». Και ήταν όλοι αυτοί, οι δεξιοί αστοί (τότε εθνικόφρονες και τώρα φιλελεύθεροι κοσμοπολίτες) που επί 80 χρόνια καλλιέργησαν στην συνείδηση του Ελληνικού λαού ότι οι Ιταλοί στρατιώτες ήταν δειλοί και ανίκανοι για πόλεμο. Ενώ όσοι βρέθηκαν στα βουνά της Πίνδου κι όχι στα επιτελικά γραφεία, γνώρισαν από κοντά την ανδρεία αλλά και την στρατιωτική αξία των Ιταλών αλπινιστών και των μελανοχιτώνων. Ίσως αυτός ο μύθος να καλλιεργήθηκε από το καθεστώς για να μειώσει τις θυσίες, το αίμα και τους αγώνες αυτών που δημιούργησαν το έπος του ’40. Ακόμα και οι στρατηγοί που οδήγησαν τους Έλληνες στρατιώτες στην νίκη ήταν παιδιά των λαϊκών τάξεων. Τόσο ο Κατσιμήτρος, όσο και ο Τσολάκογλου προέρχονταν από τα χαμηλότερα στρώματα, ξεκίνησαν την στρατιωτική τους σταδιοδρομία ως απλοί στρατιώτες και υπαξιωματικοί, ήταν όμως μπαρουτοκαπνισμένοι και εμπειροπόλεμοι. Κι όμως μετά την «απελευθέρωση» το καθεστώς της αστικής εθνικοφροσύνης του «Στρατηγέ βαν Φλητ ιδού ο στρατός σας» τους έστειλε στην φυλακή γιατί αρνήθηκαν να θυσιάσουν άσκοπα τις ζωές των καταπονημένων Ελλήνων στρατιωτών για να καλύψουν την φυγή του Βρετανικού εκστρατευτικού σώματος και των Ελλήνων λακέδων στην ασφάλεια της Μέσης Ανατολής και του Λονδίνου, όταν η ανίκητη γερμανική πολεμική μηχανή προέλαυνε επί του ελληνικού εδάφους.
Συνεχίστε να διαβάζετε Ποτέ ξανά αντιφασισμός!.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.